Menu
  1. Αρχική
  2. ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ
  3. ΑΡΘΡΑ & ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
  4. ΤΕΧΝΙΚΕΣ
  5. ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ
  6. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
    1. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ - ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ
    2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΣ
    3. ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ / E-SHOP
  7. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ
  8. ΘΕΜΑΤΑ
  9. ΝΕΑ
  10. VIDEOS
Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024

Περιοδικό Βυθός : Μουρμούρα

Μουρμούρα

Μουρμούρα

Η μουρμούρα είναι ψάρι με επίμηκες, με ωοειδές σώμα που έχει μήκος 20-30 εκ., μυτερό ρύγχος και σαρκώδη άσπρα χείλη. Το στόμα είναι αρκετά ανεπτυγμένο και τα μάτια μικρά τοποθετημένα ψηλά στο κεφάλι. Το χρώμα της είναι λαμπερό ασημί με 10-20 κάθετες καστανόμαυρες σειρές στη ράχη και στα πλευρά. Η ράχη είναι γκρι, τα πλευρά ασημί και η κοιλιά άσπρη.

Η μουρμούρα είναι ψάρι σαρκοφάγο, ζει σε ρηχά νερά κοντά στις ακτές, σε βυθούς με άμμο ή αμμολάσπη και μαύρες φυκιάδες.


Ανάφη το παιδί της Σαντορίνης.

του Τάσου Χάλαρη (AΡΧΕΙΟ ΒΥΘΟΣ, ΤΕΥΧΟΣ 31, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1995)

  • Αρθρογράφος: Natex Media
  • Αριθμός προβολών: 33738
  • 0 Σχόλια
Ανάφη το παιδί της Σαντορίνης.

Απρίλιος 1995, αγναντεύοντας την ανατολή του ήλιου στην έρημη ακόμα παραλία του Καμαριού. Μέσα Άνοιξης και όλη η πλάση εύχαρη, ζωντανή, δίνει άλλη όψη σε αυτό το άγριο αιγαιοπελαγίτικο νησί, εντελώς διαφορετική από αυτή του καλοκαιριού.

Το μάτι αυτή την εποχή σταμάτα στις ποικιλίες αποχρώσεων των ανθισμένων λουλουδιών, που σπάνε την επιβλητική κυριαρχία των μαύρων βράχο. Έχεις την αίσθηση πως η φύση άλλαξε το μονόχρωμο φόρεμά της, φορώντας αυτό το πολύχρωμο πέπλο. Η γαλήνια πλανεύτρα έρχεται να συμπληρώσει την ορχήστρα δίνοντας και αυτή το δικό της τόνο σε αυτό το δημιούργημα.

Ο απριλιάτικος ήλιος ανέβηκε για τα καλά και μας βρήκε αραχτούς ακόμα στην παραλία να απολαμβάνουμε την ησυχία της φύσης. Το κυματάκι αδύναμο, ίσα που καταφέρνει να ξεπλύνει τα πρώτα βότσαλα. Ο μέχρι πριν λίγο ροδοκόκκινος ορίζοντας αλλάζει χρώμα και τα βουνά της Ανάφης εμφανίστηκαν αντίκρυ μας. Η σκέψη για κάτι το διαφορετικό άρχισε να παιδεύει το μυαλό μας. Τις τελευταίες μέρες το νοτιαδάκι που φυσούσε δεν μας άφησε περιθώρια για εξορμήσεις πέραν του νησιού μας. Σήμερα όμως με θάλασσα λάδι και διάθεση ανοιξιάτικη, ξέραμε που έπρεπε να εκτονώσουμε την συσσωρευμένη μας ενέργεια.

Το σκάφος πέφτει στη θάλασσα από την κοντινή γλίστρα του Μονόλιθου. Γλίστρα… τελοσπάντων. Ούτε κατρακύλα δεν είναι αυτό το πράγμα, αλλά τι να κάνουμε. Άλλωστε το μόνο αξιόλογο μέρος για να ρίξεις πλεούμενο στο νησί, βρίσκεται 18 km μακριά μας στην Βλυχάδα. Εύλογα λοιπόν το ξεχνάμε.

Η απόσταση που μας χωρίζει από τις ακτές της Ανάφης είναι 14 ναυτικά μίλια, μισή ώρα δηλαδή πορεία. Αριστερά μας διακρίνουμε την ´Ιο, ενώ δεξιά της παίζει κρυφτούλι η Αμοργός. Με τέτοια ορατότητα θαρρείς πως και τα τέσσερα νησιά βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής.

Η Ανάφη κατοικείται μόνιμα από χίλιους περίπου ανθρώπους. Το καλοκαίρι έχει κάποια μικρή τουριστική κίνηση και τα λιγοστά δωμάτια που διαθέτει γεμίζουν επαρκώς όλη τη σεζόν. Πηγή ζωής του νησιού οι κοντινή Σαντορίνη, είναι το τελευταίο στήριγμα πριν την μακρινή Κρήτη. Από παλιά οι σχέσεις των δύο νησιών Ανάφης - Σαντορίνης ήταν ιδιαίτερα στενές. Θυμάμαι τον παππού μου σε διηγήσεις για ιστορίες της κατοχής, που μιλούσε για ανταλλαγές προϊόντων, ντοματοπελτέ με λάδι. Τότε όμως δεν υπήρχαν οι δικές μας ανέσεις και η απόσταση καλυπτόταν πολλές φορές ακόμα και κωπηλατώντας.

Σήμερα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Τα πλοία την επισκέπτονται δύο με τρεις φορές την εβδομάδα στους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ το χειμώνα περιορίζονται στην μια φορά την εβδομάδα. Η μορφολογία του εδάφους δεν έχει διαφορές από τα άλλα κυκλαδίτικα νησιά. Κατά κύριο λόγο ορεινό και δύσβατο, χωρίς πολλούς δρόμους σου στερεί την ικανοποίηση να χαρείς τις λιγοστές του παραλίες. Ως ψαρότοπος όμως προσφέρει άπειρες συγκινήσεις.

Πλησιάζουμε την βορειοδυτική πλευρά του νησιού και συγκεκριμένα το ακρωτηρίο Λύτρα. Και τι δεν μου ‘ρχεται στο μυαλό αντικρίζοντας αυτό το τοπίο. Δεν μπορώ με τίποτα να ξεχάσω το φίλο Ορέστη Καραδημητρίου και τα όσα περάσαμε σε αυτές τις ξασπρισμένες και ανεμοδαρμένος πέτρες πριν λίγα χρόνια, τότε που η παρέα μας ήταν πλήρης... Πως μπορώ να λησμονήσω αυτό το πάντα γελαστό και πρόσχαρο παιδί, αυτό το τέλειο ζευγάρι. Ακόμα και τώρα είναι σαν ακούω τον Πάνο να φωνάζει Ορέ, Ορέ που είσαι Ορέ;

Βουρκωμένος προσπαθώ να αλλάξω σκέψη και διάθεση. Το σκούντημα του Στέλιου απλά δείχνει να με βγάζει από το λήθαργο. Άντε ξύπνα, τι έπαθες, που λες να πέσουμε;

Όλο το νησί είναι ένας εξαιρετικός ψαρότοπος αν διαθέτεις δικό σου πλεούμενο και μπορείς να επιδοθείς σε όλων των κατηγοριών τα ψαρέματα. Η βορειοανατολική πλευρά έως και το ακρωτήρι Κάλαμος έχει απότομα κρεμαστά νερά. Ο βυθός φτάνει αμέσως τα 12 έως 15 m, κάνει μια μικρή αποχή και μετά χάνεται.

Σε αυτά τα μέρη οι πλαναριστές βουτιές και τα επίμονα καρτερία φέρουν χρυσά αποτελέσματα. Η συνάντηση με συναγρίδες είναι συχνή καθόλη τη διάρκεια του χρόνου. Είναι βέβαια λίγο υπερήφανες περιφρονώντας πολλές φορές τον ψαροκυνηγό στις ενέδρες που τους στήνει, αλλά γι’ αυτό ας όψωνται οι μπουρλοτιέρηδες, που δεν αφήνουν τίποτα στην ησυχία του. Το καλοκαίρι όμως περιορίζεται κάπου η δράση τους, οπότε ηρεμούν και αυτά τα δύστυχα πλάσματα, δίνοντας μας περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας.

Η νότια πλευρά του νησιού δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιδανικό μέρος για το χόμπι μας. Τα νησάκια μακριά και παχιά ήταν κάποτε πραγματικοί Παράδεισοι. Τώρα όμως καλύτερα να περάσετε από εκεί μόνο για βόλτα, αφού η Ανάφη σας προσφέρει σίγουρα περισσότερες συγκινήσεις.

Από τα μπλόκια του λιμανιού μέχρι το ακρωτήρι Δρέπανον ο βυθός εξελίσσεται πιο ομαλά χωρίς απότομες μεταβολές. Είναι ένας βυθός που μπορεί να σου δώσει τα πάντα. Οι τεράστιες αμμώδεις εκτάσεις διακόπτονται συχνά από διάσπαρτες πλάκες, προερχόμενες από κατολίσθηση.

Αγκυροβολούμε τη βάρκα 50 περίπου μέτρα πριν την ακτή και ντυνόμαστε. Το νερό “δροσερό” ξυπνάει τα αίματα. Κατεύθυνση προς το βουνό στα 2 με 3 μέτρα βάθος, όπου οι κατολισθήσεις έχουν δημιουργήσει ένα δαιδαλώδες σύμπλεγμα βράχων. Εδώ συνήθως οι σαργοί κάνουν ιδιαίτερα έντονη την παρουσία τους. Αρχίζουμε το ψάξιμο πετρά πετρά, σχισμή σχισμή. Ένας καλός ροφάκος πετιέται μπροστά μου, προσπαθώντας να κλείσει την είσοδο του θαλαμιού με το σώμα του. Βολή αστραπιαία χωρίς περιθώρια αντίδρασης και ο “τροχονόμος” σουβλάκι. Συνεχίζω να χώνομαι στην πλάκα, πιάνω την βέργα με το ψάρι, προσέχοντάς να μη σηκώσει θολούρα. Κοιτώ βιαστικά από περιέργεια, σαν να περίμενα να δω κάτι ακόμα αξιόλογο. Δεν ξέρω γιατί αλλά είχα την πεποίθηση ότι κάτοικος της πλάκας, δεν ήταν μόνο αυτό το πεντάκιλο ροφάκι.

Πράγματι στην επόμενη βουτιά φέγγω κάθε γωνιά του θαλαμιού. Κάτι περίεργες αχνές γυαλάδες φάνηκαν πίσω από την θολούρα, που δεν έλεγε να πέσει. Κοιτώντας από την επιφάνεια παρατήρησα πως η είσοδος διπλανής μικρότερης πλάκας οδηγούσε κοντά προς το κέντρο της μεγάλης. Από κει με τέσσερις συνεχόμενες βολές πήρα εύκολα πέντε σαργούς “όνειρο” μιας και τα ψάρια με βρήκαν άξαφνα από πίσω τους. Λίγο αργότερα έρχεται κοντά μου ο Στέλιος. Η σημαδούρα του δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τη δική μου. Μου δείχνει επίμονα κάτι πέτρες πάνω ακριβώς στο βουνό και φέγγει. Από τον τρόπο που μου έγνεψε κατάλαβα πως το δικό του μέρος θα “παίζει” πιο πολύ από το δικό μου και τον ακολούθησα.

Καμιά δεκαριά κατρύλια με πλούσια κίτρινο-πράσινη βλάστηση έφτιαχναν μια πραγματική όαση, σε βυθό που δεν ξεπερνάει τα 2 με 3 μέτρα βάθος. Η κίνηση έξω απ αυτά μηδαμινή, αλλά αυτό δε σημαίνει τίποτα. Μας είναι άλλωστε γνωστό πως σε αυτά τα μέρη τα ψάρια είναι κοπαδιαστά μεν, αλλά σχεδόν πάντα κρυμμένα στις φωλιές τους. Πολλές φορές ψάχνουμε με τις ώρες διανύοντας μεγάλες αποστάσεις χωρίς αξιόλογα αποτελέσματα, ώσπου σε λίγα μόνο τετραγωνικά μέτρα ανακαλύπτουμε όσα δεν είχαμε δει τους τελευταίους μήνες.

Τέτοιο έδειχνε να είναι και το μέρος που ανακάλυψε ο Στέλιος. Με αθόρυβες βουτιές και συντονισμένες κινήσεις αρχίσαμε να φέρουμε στην επιφάνεια ένα ένα τους ασημένιους κατοίκους της περιοχής. Ήταν τόσα τα ψάρια που νομίζεις ότι βρισκόσουν σε ενυδρείο. Αρχικά χρησιμοποιούσαμε 50άρι όπλο, μετά 75άρι και ύστερα 100άρι, ώσπου χάθηκαν εντελώς από την δέσμη των δυνατών φακών μας.

Παραδίπλα ακριβώς σαν να είδα κίνηση πετρόψαρου και μικρή θολούρα στην είσοδο της τρύπας. Ειδοποιώ το Στέλιο και σπεύδουμε ταχέως. Ούτε η Άμεσος Δράση δε φτάνει τόσο γρήγορα.

Βουτά πρώτος ο Στέλιος, αργά-αργά χώνεται στην πλάκα, φέγγει, κοιτά, σβήνει και αναδύεται. Ρε συ από κάτω έχει τουλάχιστον τρία ροφάκια γύρω στα 4-5 κιλά, μου είπε και άναψαν τα αίματα.

Τα ψάρια σίγουρα δεν ήταν στο πραγματικό τους κρησφύγετο, αφού η συγκεκριμένη κρυψώνα είχε μία μόνο είσοδο και ο εντοπισμός τους δεν ήταν δύσκολη υπόθεση. Προφανώς χώθηκαν εκεί προσωρινά περιμένοντας να τελειώσουμε το ψάξιμο των σαργών λίγα μέτρα παραπέρα και να φύγουμε. Κάποια απρόσεκτη κίνηση τους, στοίχισε τη ζωή των δύο από τις τρεις ροφούς, μιας και ο τελευταίος δεν ξεπερνούσε τα 3 kg.

Γρήγορα εγκαταλείπουμε τις προσπάθειες δίνοντας συνέχεια στην πορεία μας. Από εδώ και πέρα μέχρι τον επόμενο κάβο στα 500 περίπου μέτρα, ο βυθός γίνεται το κάτι άλλο. Μεγάλες πέτρες ακόμη άλλες μικρότερες δημιουργώντας διαδρόμους και χαρακώματα. Η βλάστηση πλούσια μόνο στις ράχες των ογκόλιθων, ενώ βυθός αμμοτραγάνα συνεχίζει ακόμα και κάτω από τις πλάκες.

Έχοντας συναντήσει τόσα ψάρια σε προηγούμενα σημεία όπου ο βυθός υποσχόταν τόσα πολλά, ξεκινάμε το ψάξιμο με ανεβασμένο ηθικό. Παρότι όμως τόσο ποικιλόμορφος, δεν προσέφερε ούτε καν τα στοιχειώδη. Το επίπονο ψαχτήρι δεν ήταν αρκετό. Πριν καταδυθώ όμως ήμουν σίγουρος ότι κάτι θα συναντούσα. Παραταύτα όλα έδειχναν απελπιστικά έρημα, λες και κάποιος είχε περάσει πριν από μας με ηλεκτρική σκούπα.

Μα τι σκέψεις κάνουμε. Με τόσα άσπρα και μαύρα τι άλλο θέλουμε. Γιατί να είμαστε αχόρταγοι; Επιστρέφουμε με γοργό ρυθμό στο σκάφος. Ο ήλιος σχεδόν κατακόρυφα από πάνω μας, είχε ανεβάσει τον υδράργυρο στα ύψη. Τέτοια ζέστη ούτε τον Ιούνιο δε μας κάνει.

Το σούρουπο μας βρήκε ξανά στην παραλία του Καμαριού να πίνουμε το βραδινό μας φραπεδάκι. Είχαμε περάσει μία καταπληκτική μέρα, που μας προσέφερε εμπειρίες μοναδικής ομορφιάς, που μόνο τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά μπορούν να μας χαρίσουν.

ΚατηγορίαΙΣΤΟΡΙΑ - ΑΡΧΕΙΟ
Print
Back To Top