Menu
  1. Αρχική
  2. ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ
  3. ΑΡΘΡΑ & ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
  4. ΤΕΧΝΙΚΕΣ
  5. ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ
  6. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
    1. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ - ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ
    2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΣ
    3. ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ / E-SHOP
  7. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ
  8. ΘΕΜΑΤΑ
  9. ΝΕΑ
  10. VIDEOS
Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024

Περιοδικό Βυθός : Τσιπούρα

Τσιπούρα

Τσιπούρα

Η τσιπούρα (επιστημονική ονομασία: Sparus aurata - Σπάρος ο χρυσόχρους) είναι ψάρι της οικογένειας των Σπαρίδων που απαντά στην Μεσόγειο και στις ακτές του βορειοανατολικού Ατλαντικού.
Η τσιπούρα έχει συνήθως μήκος 30-35 εκατοστά, αν και έχουν βρεθεί ψάρια με μήκος 70 εκατοστά. Η βαρύτερη τσιπούρα που έχει αλιευθεί είχε βάρος 17,2 κιλά. Η μεγαλύτερη καταγεγραμμένη ηλικία τσιπούρας είναι (σε αιχμαλωσία) 11 έτη. Έχει ασημένιο χρώμα με μια χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα στο τέλος του βραγχιακού επικαλύμματος. Επίσης, χαρακτηριστικό είναι και το χρυσό τόξο που ενώνει τα μάτια, πιο έντονο στα ενήλικα ψάρια, και έδωσε στην τσιπούρα το όνομα «χρυσόφρυς». Υπάρχει μια κόκκινη γραμμή στο όριο του κάτω μισού του βραγχιο-καλύμματος. Η τσιπούρα έχει έντονα κυρτό προφίλ, οβάλ και ψηλό σώμα.

 


Μικρές ιστορίες, σπουδαίες λεπτομέρειες.

Tου Γιώργου Κελλή

Μικρές ιστορίες, σπουδαίες λεπτομέρειες.

Ένας εντυπωσιακός σηκιός στο όπλο μας!

“Οι λεπτομέρειες κάνουν την τελειότητα και η τελειότητα δεν είναι λεπτομέρεια.” Leonardo da Vinci

Η δεύτερη τσιπούρα.

Ψαρεύω ώρα τώρα. Βρίσκομαι σε ένα πονηρό κομμάτι ιδανικό για ρηχό συρτό καρτέρι. Είχα πολύ καιρό να το επισκεφτώ, είχα γενικότερα καιρό να ψαρέψω άρα και να φάω ψάρι. Οι πρώτες ευμεγέθεις μπάφες το διαπίστωσαν με επώδυνο τρόπο. Την πρώτη την τουφέκισα ενώ ακόμη μασουλούσε παρέα με τη φίλη της κάτι από ένα χαμηλό βραχάκι. Τις είχα δει στιγμές νωρίτερα ενώ καρτέρευα, να βοσκάνε λίγα μέτρα πιο εκεί. Λουφάξα και παρατήρησα για λίγο την πορεία του ανενόχλητου τσιμπολογήματός τους. Με το που χάθηκαν πίσω από ένα βράχο, κινήθηκα αργά προς το μέρος τους, ωθούμενος μόνο από το ελεύθερο χέρι. Το άλλο έστρεψε το όπλο κατά πάνω τους και ετοιμάστηκε για βολή. Τις πλησίασα από πίσω και διαγώνια και με την υποψία στόχου πάτησα την σκανδάλη σημαδεύοντας το μάτι και λίγο πιο πίσω. Όλα πήγαν κατ’ ευχήν και τώρα βρίσκεται κρεμασμένη στην ψαροβελόνα μου παρέα με μία ακόμη περίεργη που πλησίασε μαζί με το κοπάδι της να με επεξεργαστούν.

Λίγο αργότερα τουφέκισα μετά από ένα μεγάλο στατικό καρτέρι και μία τσιπούρα, που αφού έκανε δυο τρία σουλάτσα μακριά μου, πείστηκε ότι δεν αποτελώ απειλή, και ζύγωσε να διαπιστώσει τι είναι αυτό που κάθεται τελείως ακίνητο στο βυθό, παράγοντας αυτούς τους περίεργους ήχους. Οι δονήσεις από τα ηχητικά κύματα της βολής θα έμελλε να είναι το τελευταίο πράγμα που θα κατέγραφε η πλευρική της γραμμή, καθώς η βέργα της διέλυσε το κρανιακό οστό.

Τα ψάρια είναι ήδη αρκετά, αλλά δεν έχω χορτάσει ακόμη, κυρίως λόγω της πολυήμερης αποχής. Συμφωνούμε με τη συνείδηση μου πως δικαιούμαι ακόμη δυο-τρεις βουτιές. Ύστερα θα ξε-οπλίσω και θα βγω να καθαρίσω ότι έχω ήδη πιάσει. Έτσι και ενώ έχω εξασφαλίσει συνειδησιακή γαλήνη, κολυμπάω λίγο ακόμη ώσπου εντοπίζω από την επιφάνεια στα όρια της ορατότητας μου ένα μεγάλο σαμάρι που γνωρίζω από παλιά. Ο ήλιος βρίσκεται στα δεξιά και χαμηλά, δημιουργώντας μία φοβερή σκίαση στο διαμήκες λούκι που σχηματίζεται στην αριστερή πλευρά της βάσης του σαμαριού× αριστερή, όπως τουλάχιστον εγώ το κοιτάω. Καταστρώνω αμέσως σχέδιο. Συνυπολογίζω τις παραμέτρους και καταλήγω πως πρέπει να χωθώ εκεί και μετά να συρθώ μέχρι το σπάσιμο του σαμαριού. Αμέσως αρχίζω να χαλαρώνω.

Ξεκινάω τη βουτιά, μπαίνω στην αρνητική, ακινητώ πλήρως και εξαφανίζομαι μέσα στην φυσική εσοχή στη ρίζα αυτής της υποβρύχιας έξαρσης. Στήνω το σώμα μου και σέρνομαι για κάμποσα μέτρα μέσα στην σκιά, όντας σε απόλυτη ετοιμότητα. Φτάνω στο κόψιμο, στρώνω το καρτέρι, αλλά τίποτα δεν συμβαίνει. Περιμένω λίγο ακόμη, αλλά το σκηνικό της ερημιάς εμμένει. Νεκρική σιγή. Αρχίζω να σκέφτομαι την ανάδυση, ενώ ταυτόχρονα παρατηρώ με ήπιες κινήσεις του κεφαλιού το περιβάλλον. Σύντομα συνειδητοποιώ πως η ζωή έχει μετατοπιστεί στο κεφάλι του σαμαριού αφού σκάροι και άλλα ψιλά ψάρια ξεπροβάλλουν πάνω από το κεφάλι μου. Ανασκουμπώνομαι. Τραβάω το όπλο πίσω, στρίβω το σώμα μου και αρχίζω την αναρρίχηση στον κοντά τρία μέτρα κάθετο τοίχο, κατευθυνόμενος προς το επάνω πλάτωμα του σαμαριού. Καθώς φτάνω στο όριο του πλατώματος, και ενώ ετοιμάζομαι να βολέψω το όπλο που έχει αρχίσει να εκτίθεται, εντοπίζω δύο ωραίες τσιπούρες που είχαν ήδη βάλει ρότα προς το μέρος μου να στρίβουν ενοχλημένες.

Αμέσως υποχωρώ και χαμηλώνω τόσο, που να μπορώ να τις δω μόνο με το μισό δεξί μου μάτι με το κεφάλι μου τελείως στραμμένο στο πλάι και σχεδόν όλο πίσω από κόψιμο και το σώμα μου κυριολεκτικά κρεμασμένο στον τοίχο. Σχεδόν ταυτόχρονα κολλάω το πάνω μέρος του μηχανισμού του όπλου στη μάσκα και ξαπλώνω την κάννη μπροστά μου. Τα ψάρια μοιάζουν να ερεθίζονται από την υποχώρηση μου και κάνουν να πλησιάσουν. Είναι όμως ήδη αργά. Η άπνοια μου εξαντλείται και οι τσιπούρες είναι εμφανώς νευρικές. Ακριβώς πριν μπουν σε βολή στρίβουν και το παράθυρο της δεύτερης ευκαιρίας μοιάζει να κλείνει οριστικά. Αντιλαμβάνομαι την αμεσότητα της κατάστασης, και σχεδόν αντανακλαστικά σπάω την κάλυψη μου, τινάζομαι μπροστά, προσκοπεύω και πιέζω τη σκανδάλη.

Η περίσσεια δύναμη και η ταχύτητα από τα δύο λάστιχα του όπλου βρίσκει επιτέλους απόλυτη εφαρμογή. Η Ταϊτής τεντώνει όλα τα μήκη και κλέβει λίγο από το μουλινέ ώσπου η ακονισμένη το προηγούμενο βράδυ απόληξη της βέργας κτυπά και διαπερνά το ψάρι. Το φινιρισμένο φτερό ανοίγει και η τσιπούρα αναγκάζεται σε μία άνιση μάχη με βέβαιη κατάληξη. Αναδύομαι και την ελέγχω από το νήμα. Την μαζεύω, την λυτρώνω από την ταλαιπωρία και ξοδεύω μερικές στιγμές ακόμη αποκλειστικά και μόνο για να την θαυμάσω. Μπορεί και να γεννήθηκε στην αιχμαλωσία, αλλά είναι πολύ όμορφή. Όμορφη και δύστροπη. Θα την απολαύσουμε όπως της πρέπει σήμερα το βράδυ με τους φίλους. Ο θάνατος της θα δώσει το έναυσμα για να σμίξουμε όλοι μαζί και έτσι θα έχει ένα κάποιο μεγαλύτερο νόημα. Την κρεμάω μαζί με τα υπόλοιπα ψάρια και παίρνω τον δρόμο της επιστροφής, γεμάτος εικόνες. Γεμάτος συναισθήματα. Πληρότητα που μόνο το υποβρύχιο κυνήγι μπορεί να προσφέρει.

Ο σηκιός

Κολυμπάω εδώ και ώρα ένα γνωστό κομμάτι και η γνώση αυτή μου δίνει ένα κάποιο τακτικό προβάδισμα έναντι των θηραμάτων μου. Ο ήλιος βρίσκεται ψηλά και τα νερά έχουν φουσκώσει λόγω της σεληνιακή φάσης. Ο καιρός έχει κοπάσει κάπως, πρώτη μέρα σήμερα μετά από ένα μπαράζ φουρτούνας. Κολυμπάω, σέρνοντας πίσω μου τη προπολεμική σημαδούρα του πατέρα μου, μία στρογγυλή κόκκινη-άσπρη Balco που έχει επιβιώσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’90... Χωρίς σημαιάκι αλλά με μπαλώματα κυανοακρυλικής και με μία ψαροβελόνα και έναν εξολκέα κρεμασμένα στη μοναδική της θέση. Η ψαροβελόνα για το τυπικό της υπόθεσης μήπως και κτυπήσουμε κάτι... Ο εξολκέας για παν ενδεχόμενο. Βλέπεται ακόμη και αν δεν χρησιμοποιώ φακό οι βέργες από τα δυνατά όπλα, όπως το δικό μου, έχουν την τάση να σφηνώνονται κάποιες φορές στα βράχια που υπάρχουν πίσω από τα θηράματα που σημαδεύω.

Πλησιάζω το καλύτερο σημείο. Ποντίζω μερικά μέτρα πριν τη σημαδούρα όσο πιο διακριτικά μπορώ και την αφήνω πίσω μου με τις πλέον αθόρυβες πεδιλιές. Τα ψάρια ενεδρεύουν μπροστά από το σπάσιμο που κάνει το σκληρό της ξέρας, εδώ λίγο πιο κάτω. Χαλαρώνω καλά και βουτάω όσο πιο ήσυχα μπορώ. Μπαίνω στην αρνητική και σβήνω πλήρως, δίνοντας έμφαση στο πόσο ανεπαίσθητα μπορώ να εκτελέσω τις εξισώσεις μου. Προσγειώνομαι λίγα μέτρα πριν το επίμαχο σπάσιμο. Το έρμα μου είναι μοιρασμένο σε πλάτη και μέση και ας είναι ντάλα καλοκαίρι. Το μολύβι στη πλάτη με κρατά χαμηλά, παράλληλα με τον πυθμένα και κάνει το γλίστρημα μου με το ελεύθερο χέρι ευκολότερο. Λιγότερο θορυβώδες. Είναι ρηχά για τη φυσική μου κατάσταση, αλλά δεν πειράζει καθόλου. Η άνεση μου προσδίδει διαύγεια και αυτό μπορεί να προβεί καθοριστικό. Σκέφτομαι καθαρά, κρίνω, επιλέγω, αναπροσαρμόζομαι.

Κάνω ακόμη μία χεριά μέχρι το κόψιμο, αλλά πριν φτάσω και βγω μηχανικά όπως τόσες άλλες φορές, συνειδητοποιώ την ώρα της ημέρας και τη θέση του ήλιου. Εδώ έρχομαι συνήθως πρωί αλλά τώρα είναι προχωρημένο μεσημέρι... Κατά συνέπεια η γωνία του ήλιου έχει αλλάξει. Παγώνω για λίγο αλλά έχω ακόμη πολύ ανάσα για να κόψω την βουτιά. Συνεχίζω. Στρίβω αριστερά, και χάνομαι στις σκιάσεις που δημιουργεί το ίδιο το κόψιμο του βυθού. Κάνω δύο χεριές σταματάω και εξισώνω. Κάνω ακόμη δύο χεριές και τον βλέπω. Ένας μεγάλος σηκιός αιωρείται στη σκιά λίγα μόλις μέτρα πιο κάτω, έχοντας μου μάλιστα γυρισμένη τη πλάτη του. Διορθώνω πολύ ήρεμα τη θέση του όπλου. Το ψάρι γυρνάει νωχελικά προς το μέρος μου. Κάνω μία χεριά και αφήνομαι στη θαλασσινή βαρύτητα να κάμψει τα τελευταία μέτρα της απόστασης που μας χωρίζει. Το ψάρι μένει ακίνητο και με δέχεται, προσπαθώντας θαρρείς να επεξεργαστεί τι συμβαίνει× τι είναι αυτό που ξεπροβάλλει μέσα από τη σκιά. Πιέζω τη σκανδάλη λίγο πριν τον αγγίξω. Τα διπλά και η φρεσκο-ακονισμένη εξαμισάρα δεν του αφήνουν κανένα περιθώριο. Κεραυνοβολημένο πέφτει στην άμμο καταδικασμένο σε ελάχιστης έντασης συσπάσεις, που μένουν να αποδεικνύουν το προηγούμενο του σφρίγος. Το πιάνω αγκαλιά και γυρνάμε μαζί στην επιφάνεια. Το φως του ήλιου αποκαλύπτει τα τέλεια χρώματα του σώματος του. Σχεδόν στεναχωριέμαι που τον χάλασα. Το ψάρεμα τελειώνει εκεί, με ένα υπέροχο γεύμα εξασφαλισμένο.

Το λαβράκι

“Το υποβρύχιο κυνήγι είναι η επιλεκτικότερη μορφή αλιείας”. Αυτή η φράση επαναλαμβάνεται συνεχώς στο μυαλό μου από το πρωί. Καρτέρι με το καρτέρι και ενώ μεγάλες μπάφες ζυγώνουν το καμάκι και ο δείκτης διψά για δράση, επιλέγω να τις αγνοώ, να περιμένω το φάντασμα. Την ιδέα, το διαφορετικό. “Το υποβρύχιο κυνήγι είναι η επιλεκτικότερη μορφή αλιείας”, σκέφτομαι ξανά.

Μπάφες πιάνω. Μπορώ. Τις κατάλαβα κάπως... Ξέρω τα τερτίπια τους, τις αδυναμίες τους. Πλέον τις σκοτώνω και ας έχουν μια σταλιά εγκέφαλο. Τις βλέπω άψυχες να πέφτουν έρμαια της μάζας του καμακιού μου, ξανά και ξανά. Χόρτασα. Φτάνει, καλά είναι. Αν δεν έρθει κανένα λαβράκι εδώ που φτάσαμε, λίγο πριν φύγω θα βαρέσω μία από δαύτες για να μην φάω πάλι κοτόπουλο το βράδυ. Και αν πάλι τότε δεν με καταδεχτεί καμμιά τους δεν έγινε και τίποτα. Αφορμή ψάχνω να δοκιμάσω το καινούργιο Μεξικάνικο εστιατόριο... Από θέαμα άλλωστε χόρτασα. 

Χαλάρωση, ένα καρτέρι ακόμη. Σπάω τη μέση, προσγειώνομαι, σέρνομαι ως ένα βράχο λίγα μέτρα μακριά μου. Περιμένω αλλά τίποτα δεν εμφανίζεται. Μόνο στο βάθος βλέπω το ψιλό να σπάει κάπως άτσαλα. Μπορεί να μου φάνηκε, μπορεί να μην είναι τίποτα, αλλά όπως και να έχει αποφασίζω να του δώσω σημασία. Κρατώ το φονικό μου 95 που με γεμίζει εμπιστοσύνη.

Το σημείο είναι σε ένα κάθετο κόψιμο πολύ κοντά στην ακτή και κατά συνέπεια επιλέγω να μην κολυμπήσω τα τελευταία μέτρα, αλλά να κινηθώ δίπλα στο όριο νερού με τη στεριά, ωθούμενος αποκλειστικά από τα τραβήγματα του χεριού στα βράχια που τα αγγίζω από την επιφάνεια. Φτάνω, χαλαρώνω και βουτάω. Προσγειώνομαι σύμφωνα με το σχέδιο, λίγα μέτρα πριν την επίμαχη περιοχή και ύστερα σέρνομαι μέχρι το τελικό πόστο, το οποίο είναι ιδανικό. Μου πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω τι καθιστά ένα πόστο ιδανικό, αλλά πλέον το καταλαβαίνω... Πρέπει τα χωνεύει πρακτικά όλο το σώμα, σε στάση που τα πόδια να βρίσκονται αισθητά χαμηλότερα από το κεφάλι. Επίσης πρέπει να έχει τέτοια διαμόρφωση που να επιτρέπει εύκολη επόπτευση. Τέλος μεγάλη σημασία έχει να είναι επίπεδο στο σημείο που θα ακουμπάει φυσιολογικά το όπλο, ώστε αυτό να μην προεξέχει. Επιπροσθέτως να υπάρχει βλάστηση που βοηθά σημαντικά στην μείωση του οπτικού αποτυπώματος του δύτη.

Το πόστο λοιπόν είναι τέλειο. Τα έχει όλα. Και το ψιλό μπροστά μου σπάει ξανά όπως το είδα στα όρια της ορατότητας μου να κάνει και νωρίτερα, ακριβώς μια βουτιά πριν. Χαλαρώνω και άλλο και τότε ένα μεγάλο λαβράκι εμφανίζεται μερικά μέτρα μακρυά μου μέσα από το απροσδιόριστο μπλε του φόντου. Αμέσως στρίβει και εφορμά καταπάνω μου. Μένω ψύχραιμος και απολύτως ακίνητος ακόμη και αν το όπλο δεν το σημαδεύει. Το ψάρι αντίθετα κολυμπά εφαπτομενικά με τον βυθό και χάνεται σε ένα βάραθρο που μεσολαβεί ανάμεσα μας. Τότε δράττομαι της ευκαιρίας, διορθώνω το όπλο όσο πιο αθόρυβα μπορώ, κινώντας το προς την νοητή τροχιά του ψαριού και περιμένω για δύο στιγμές που μοιάζουν μερόνυχτα.

Αμέσως μετά το ψάρι εμφανίζεται μπροστά από την πάντα ακονισμένη βέργα μου και ο δείκτης επιτέλους ελευθερώνεται, εξαπολύωντας την ορμή των διπλών δεκαέξι. Το βέλος πλήττει το ψάρι στη μουσούδα, περνά ξυστά από την δεξιά βάση του κρανίου, και διερχόμενο σχεδόν παράλληλα με τη σπονδυλική στήλη βγαίνει χαμηλά από την αριστερή πίσω πλευρά του ψαριού, λίγους πόντους πριν το κότσι της ουράς. Η βολή είναι συνταρακτική για το λαβράκι και το αναγκάζει να πέσει μαζί με την βέργα ακριβώς μπροστά από το όπλο. Το πιάνω, γυρνάω προς το φως και μένω να το κοιτάω για λίγο σαν να προσπαθώ να επιμηκύνω την στιγμή. Ύστερα και οι δύο μαζί, σημειακά θήραμα και καιροσκοπικά κυνηγός, αναδυόμαστε αγκαλιά, μέσα στην δέσμη των ηλιακών ακτίνων, που διαπερνούν με φαντασμαγορικό τρόπο την ακύμαντη θάλασσα. Επιπλέω και εμμένω να το κοιτάω καθώς τα χρώματα του εκδηλώνονται στην ατμόσφαιρα.

Δεν υπάρχει πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στο κόσμο από εμένα!

ΚατηγορίαΙΣΤΟΡΙΑ
Print
Back To Top