Menu
  1. Αρχική
  2. ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ
  3. ΑΡΘΡΑ & ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
  4. ΤΕΧΝΙΚΕΣ
  5. ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ
  6. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
    1. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ - ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ
    2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΣ
    3. ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ / E-SHOP
  7. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ
  8. ΘΕΜΑΤΑ
  9. ΝΕΑ
  10. VIDEOS
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου 2024

Περιδικό Βυθός : Λίτσα

Λίτσα

Λίτσα

Το χρώμα της είναι γκρίζο, στην ράχη έχει πράσινες αποχρώσεις και κοιλιακά λευκό/ασημί χρώμα Έχει επίμηκες σώμα, πλευρικά συμπιεσμένο που καταλήγει σε ισόλοβο ημισεληνοειδές ουραίο πτερύγιο . Η μεγάλη διχαλωτή ουρά της την κάνει ιδιαίτερα δυνατή και γρήγορη ενώ η έντονη καμπυλωτή πλευρική γραμμή της επιτρέπει να σκανάρει και να εντοπίζει τα θηράματά της από τις δονήσεις που προκαλούν με την κίνηση τους.

Φέρει ένα ζεύγος θωρακικών και κοιλιακών πτερυγίων και ένα εδρικό και ραχιαίο πτερύγιο. Έχει σχετικά μικρά μάτια, μεγάλο στόμα και ένα μυτερό ρύγχος. Το μήκος της μπορεί να φτάσει μέχρι τα 2 μέτρα, αλλά στις ελληνικές ακτές φτάνουν το 1 μέτρο. Το βάρος της μπορεί να φτάσει τα 20 κιλά. Και σε σπάνιες περιπτώσεις τα 50 κιλά.


Φθινοπωρινό ταξίδι.

Του Λεωνίδα Δραπανιώτη

Φθινοπωρινό ταξίδι.

Το φθινόπωρο όλα αλλάζουν μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Η διάθεση, η καθημερινότητά του, καθώς κι ο τρόπος που δραστηριοποιείται. Αισθάνεται μια «γαλήνια μελαγχολία». Από την μία, θυμάται το γλυκό καλοκαιράκι που μόλις πέρασε, και από την άλλη σκέπτεται τον δύσκολο χειμώνα που πλησιάζει. Κι όλο αυτό δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα παιχνίδι του ελεύθερου πνεύματος, το οποίο ως γνωστό δεν αιχμαλωτίζεται, δεν μπαίνει σε περιορισμό. Κι αν σου αρέσει να παρατηρείς, να ζεις κοντά στην φύση, τότε ήρθε η ώρα. Πάνω στην αλλαγή της εποχής αφήνεις το πνεύμα να σε οδηγήσει. Να σε «μεταμορφώσει», σε ένα χελιδόνι που είναι έτοιμο να ταξιδέψει προς το νότο. Σε ένα μαυρόψαρο που προετοιμάζεται για τον λήθαργο του χειμώνα. Τέλος, αν ο νους είναι τόσο ανήσυχος, γιατί όχι, σε ένα φύλλο από τα χιλιάδες ενός γεροπλάτανου, που κιτρινισμένο καταλήγει στην γη…

«Ο ξυλογλύπτης και τα χελιδόνια»

Ένα απόγευμα επισκέφτηκα τον εγκάρδιο φίλο Γιάννη Μπαλοτή. Με αυτόν με συνδέει πραγματική φιλία και συγγένεια εξ αγχιστείας. Την ώρα που μπήκα στο χώρο που λειτουργεί το ξυλουργείο του, καθώς είναι ξυλουργός και ξυλογλύπτης, τον είδα να δουλεύει ένα παραδοσιακό Σκυριανό σκαμπό. Τα σχέδια που αποτύπωνε πάνω στο ξύλο, ήταν παλαιά ασυνήθιστα, τα είχε από τον πατέρα του, όπου του έμαθε και την δουλειά. Ωστόσο ο Γιάννης σαν ξυλογλύπτης είχε πολύ πιο επιδέξιο χέρι από τον μπάρμπα Μανώλη, τον αξιοπρεπέστατο πατέρα του. Δούλευε το σκαρπέλο με περίσσια μαεστρία, και κάθε τόσο το ακουμπούσε σε μια άμορφη μάζα από κερί για να κόβει το ξύλο πιο «γλυκά», χωρίς να αφήνει «γρέζι».

Η εικόνα που αντίκρισα ήταν μοναδική, σπάνια, έξω από κάθε φαντασία. Μέσα στο εργαστήριο πετούσαν χελιδόνια. Είχε ανοιχτό ένα δίφυλλο παράθυρο από την μία κι από την άλλη, ανοιχτή την βαριά σιδερένια συρόμενη πόρτα. Ήταν μεγάλη ώστε να διευκολύνει την εκφόρτωση των αντικειμένων που έφτιαχνε, όπως επίσης και των υλικών που δούλευε. Τα μεταναστευτικά πουλιά έμπαιναν από την μια μεριά, πετώντας πάνω από το κεφάλι του, και έβγαιναν από την άλλη. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που έβλεπαν τα μάτια μου. Τον ρώτησα, τι γίνεται εδώ με τα πουλιά; Σιωπηλά άπλωσε το χέρι και μου έδειξε… Στον απέναντι άβαφτο τοίχο υπήρχαν τεράστιες τάβλες οξιάς όπου «ωρίμαζαν», έως να της μετατρέψει σε κάποιο μικρό παραδοσιακό ή σύγχρονο μεγαλύτερο έπιπλο. Σε αυτές είχαν στοιβαχτεί πολλά πουλιά, το ένα πάνω στο άλλο. Σχημάτιζαν μια μεγάλη μπάλα από μαυρόασπρα πούπουλα, στο μέγεθος αγκαλιάς, ενός μετρίου σε ανάστημα ανθρώπου. Αλλάξαμε κουβέντες έως να σουρουπώσει. Μόλις σταμάτησε να πετάει και το τελευταίο, δεν άνοιξε τα φώτα για να συνεχίσει την δουλειά του, παρά έκλεισε τα παράθυρα, την πόρτα, και ασφάλιζε το εργαστήριο όπως κάθε βράδυ. Παρόλο που έπρεπε να βγάλει την παραγγελία, την άφησε πίσω, μέχρι την άλλη μέρα το πρωί σεβόμενος τα αγαθά πετούμενα του ουρανού.

Την άλλη μέρα άνοιξε την πόρτα, το παράθυρο, και μετά από λίγο, σιγά σιγά τα χελιδόνια έφευγαν. Το απόγευμα μαζεύονταν και πάλι να κουρνιάσουν. Το ίδιο πράγμα έγινε για δύο τρεις μέρες. Την τρίτη, τέταρτη μέρα τα πουλιά έφυγαν προς το νότο, όπου θα ξεχειμώνιαζαν. Αυτός ο άνθρωπος ποτέ στην ζωή του δεν είχε βλάψει ζωντανό. Με εξαίρεση τις οικόσιτες όρνιθες. Όταν στηνόταν γλεντάκι, όλο «έκοβε» από καμία, την έριχνε στο τσουκάλι για χάρη της παρέας…

Οι δυο μεγάλοι ροφοί

Στην ZODIAC, στην βάρκα του Γιάννη, υπήρχαν δυο μεγάλοι ροφοί. Ήταν χτυπημένοι και οι δύο σε σωστό σημείο, ίσα ίσα που διέκρινες το σημάδι του καμακιού στο πλαδαρό σώμα τους. Θυμάμαι ακόμα την εικόνα των ψαριών. Ήταν «αγρατσούνιστα», απόδειξη μιας τέλειας προσέγγισης και βολής έξω από το θαλάμι τους, από δυο άψογους ψαροτουφεκάδες, τον Γιάννη και τον Χρήστο. Ένα ψάρι για τον καθένα, δείγμα μετριοφροσύνης και σύνεσης. Όταν βγήκαν στο γιαλό, κατέβηκα να τους μιλήσω από την βεράντα του μπάρμπα Χρήστου, του ψαρά που ενοικίαζε τα δωμάτια όπου και μέναμε.

Ο Γιάννης μου είπε πως έχουν εμφανιστεί ψάρια και πως την αυριανή μέρα έπρεπε κι εγώ να εκμεταλλευτώ. Μου τόνισε πως τα ψάρια δεν θα μείνουν για πολύ καιρό… Μονομιάς μετάνιωσα που δεν είχα βουτήξει εκείνη την μέρα. Όμως το πολύχρωμο χαλικάκι, που μαζευόταν στην ακροθαλασσιά της πανέμορφης αμμούδας, στο Μώλο της Σκύρου, μαρτυρούσε πως και η αυριανή μέρα θα ήταν καλή… Μέχρι να ανεβάσουν πιο ψηλά το συμβατικό στην αμμούδα, κάτω από το σπίτι, να βάλουν τα ψάρια στο παλιό τσιμεντένιο πατητήρι όπου θα τα έκοβαν, μίλησα και με τους δυο ψαροτουφεκάδες. Μου εξήγησαν τον τρόπο που τους έπιασαν. Επίσης πως είναι πιο ξεκούραστο, να χτυπάς τους ροφούς έξω από την τρύπα τους. Ήταν κάτι που ειδικά ο Γιάννης είχε μάθει από καιρό και σιγά σιγά τον εξέλιξε στο λεγόμενο συρτό καρτέρι…

Η «πρώτη» αλήθεια είναι πως εγώ ακόμα δεν είχα αποκτήσει πείρα στο ψαροτούφεκο. Ήταν τα πρώτα χρόνια που ψάρευα. Ωστόσο λίγο το πείσμα μου, λίγο η πληθώρα των ψαριών που υπήρχαν, όλο και κάτι κατάφερνα να πιάσω. Η «δεύτερη» αλήθεια ήταν πως τα ψάρια που κατάφερνα να πιάσω εκείνη την εποχή ξεχώριζαν από του Γιάννη. Τα δικά μου ήταν χτυπημένα δύο μπορεί και τρεις φορές, γιατί τα έπιανα μέσα στους βράχους. Φυσικό ήταν να βραχώνουν και να είναι πλέον απαραίτητη η δεύτερη βολή, ακόμα και η τρίτη. Όταν ψάρευα είχα μαζί μου δύο όπλα και γάντζο. Όλα δεμένα στο μπαλόνι σήμανσης, υποβρύχιας δραστηριότητας, που κουβαλούσα πάντα μαζί.

Ο τρόπος που είχαν πιάσει τους ροφούς εκείνοι οι ψαροτουφεκάδες, για μένα ήταν δύσκολος και ακατόρθωτος. Δηλαδή να κατέβω στο βυθό και να περιμένω το ψάρι να έρθει. Αν δεν ερχόταν, να σουρθώ εγώ απάνω του και χωρίς να το τρομάξω να φτάσω σε απόσταση βολής… Μα πώς να καταφέρω εγώ κάτι τέτοιο που ακόμα βρισκόμουν στην εποχή του «μαύρου σκοταδιού» της τρύπας. Όμως έπρεπε να περάσω από αυτό το στάδιο για να φτάσω στο επόμενο επίπεδο. Ακόμα κι έξω από το νερό στο μυαλό μου γυρνούσαν ασυμβίβαστες σκέψεις. Είναι δυνατόν να κρυφτείς από το ψάρι; Εφόσον αυτό, πάντα σε βλέπει πρώτο. Απόδειξη η συμπεριφορά του. Όσα έβλεπα εγώ τότε, μονίμως έτρεχαν κάτω από τους βράχους. Αν ήταν εύκολος ο βράχος το έπιανα, αν ήταν δαιδαλώδεις οι υπόγειες στοές, δεν το ξαναέβλεπα ποτέ…

Καλά καλά δεν είχα πιάσει ροφό ούτε με πλαναριστή βουτιά κατευθείαν απάνω του. Το πλανάρισμα τότε ήταν κλασικός τρόπος να χτυπήσεις ένα ροφό. Όσο για το καρτέρι τι να πω... Όσες φορές έφτανα στο βυθό, τα ψάρια έφευγαν. Ποτέ δεν είχε πλησιάσει κάποιο. Εξαιρούνται ορισμένα που ερχόντουσαν από πίσω μου, όταν εγώ ήμουν χωμένος μέσα σε κάνα θαλάμι. Μα κι αυτά έφευγαν γρήγορα όταν εγώ έβγαινα από τον βράχο. Ακαταλαβίστικα μου φαινόντουσαν όλα αυτά που μου έλεγαν… Εκ συνειδήσεως, δεν μου επιτρέπετε να αποκρύψω πως δέχτηκα μεγάλη βοήθεια από τον Γιάννη και όχι μόνο… Όσο κι αν επέμενα να μου λύσει τις απορίες μου πάντα με σύνεση και σώφρονα λογισμό, μου έδινε να καταλάβω πως, ότι κι αν μου πει ακόμα δεν θα μπορέσει να με βοηθήσει περισσότερο. Το υπόλοιπο σκέλος των απαντήσεων που έψαχνα θα το έβρισκα μόνος μου, μέσα στο νερό.

Όσο πιο συχνά βρισκόμουν στον βυθό, τόσο πιο γρήγορα θα έβρισκα αυτό που τελικά έψαχνα. Τώρα, μετά από τόσα χρόνια που πέρασαν, μπορώ να πω με σιγουριά πως είχε απόλυτο δίκιο σε ότι μου είχε πει. Πολλές φορές μιλούσα μαζί του. Έριχνα το βάρος της κουβέντας μόνο στο θήραμα που είχα καταφέρει να πιάσω, ενώ αυτός τις περισσότερες φορές, μιλούσε για τον τρόπο που το βρήκε ή για την τεχνική που το πλησίαζε. Έβαζε στην κουβέντα τις διαφορετικές φάσεις του φεγγαριού, την ένταση του ρεύματος, την διαφορά θερμοκρασίας, και την διαύγεια του νερού. Μάλιστα εκείνη την μέρα με το Χρήστο και τους δύο ροφούς, έμαθα από τον ίδιο, για την «τούμπα» που κάνει το θερμοκλινές το φθινόπωρο. Σε αυτό το φαινόμενο οφείλεται η εμφάνιση των περισσότερων και πιο ήρεμων ψαριών.

Πλέον πολλά πράγματα έχουν αποκρυπτογραφηθεί. Ως γνωστό το φθινόπωρο αναδεικνύεται από τις καλύτερες εποχές του χρόνου για ψαροτούφεκο. Ο κόσμος σταδιακά απομακρύνεται από το νερό κι η θάλασσα ησυχάζει. Το ανάποδο θερμοκλινές και η παύση των έντονων ρευμάτων κυριαρχούν έως ότου μπει για τα καλά ο χειμώνας. Εκτός από αυτό, όσο το φθινόπωρο περνά και πλησιάζει ο χειμώνας, το νερό παρουσιάζει έντονες εναλλαγές στην σύσταση και στην θερμοκρασία. Ιδανικά σημεία, με περισσότερες πιθανότητες να πιαστεί ψάρι είναι αυτά όπου η θάλασσα είναι πιο καθαρή και πιο ζεστή. Τυχαίνει να έχω κολυμπήσει όλη την ημέρα και μπροστά μου να μην εμφανίζεται ούτε μαύρη καλόγρια, και σε έναν κάβο ή σε ένα ισοβαθές κομμάτι, να είναι μαζεμένα όλα τα ψάρια της περιοχής.

Αν για λίγο παρακάμψω το ένστικτο του κυνηγού που έχει μέσα του κάθε ψαροτουφεκάς, και παρατηρήσω τι γίνεται γύρω μου, ίσως κάτι να καταλάβω, για ποιό λόγο είναι μαζεμένα εκεί. Ωστόσο, οι ευνοϊκές συνθήκες δεν θα παραμένουν ίδιες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν κάτι αλλάξει, τα ψάρια θα χαθούν. Οι δικές μου διαπιστώσεις δεν είναι προϊόν επιστημονικής έρευνας. Έγιναν διασταυρώνοντας πληροφορίες έμπειρων ψαροκυνηγών, και με παρατήρηση μετά από πολλά χρόνια που βρίσκομαι μέσα στο νερό. Όπως για παράδειγμα, έχω να αναφέρω την εγκυρότητα που είχαν οι προβλέψεις του γέρο ψαρά, του μπάρμπα Χρήστου, για τον καιρό από την προηγούμενη, για την επόμενη και μεθεπόμενη μέρα, στο τόπο που ψάρευα τότε στην Σκύρο.

Ένα φθινοπωρινό ψάρεμα

Μια φόρμα πέντε χιλιοστών, με πέντε κιλά στην ζώνη είναι μια καλή επιλογή μέχρι να έρθει ο χειμώνας. Μπορείς να ψαρεύεις άνετα και πιο ξεκούραστα στα μεσαία βάθη, μιας και τα μολύβια δεν σου δημιουργούν πρόβλημα στην ανάδυση. Αν προσθέσεις ένα κιλό ακόμα είναι σίγουρο πως θα βουτάς πιο εύκολα. Όμως στο βυθό η πορεία που χρειάζεται να κάνεις, τραβώντας το σώμα με το ελεύθερο χέρι, χωρίς να κουνάς τα πέδιλα θα είναι πιο κουραστική. Επίσης, το ίδιο και η ανάδυση. Στο συρτό καρτέρι ο στόχος είναι η οικονομία δυνάμεων για την ώρα που θα χρειαστούν να παρατείνεις την άπνοια και να ζυγώσεις το θήραμα. Να μην σπαταλάς τις βουτιές χωρίς λόγο. Μα πως μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο;

Επιχειρείς περισσότερες προσπάθειες εκεί όπου το ανάποδο θερμοκλινές είναι πιο έντονο, και το νερό της θάλασσας πιο καθαρό χωρίς προσμείξεις. Μετά από μερικές προσπάθειες καταλαβαίνεις που υπάρχει διαφορά θερμοκρασίας. Αν παρατηρήσει κανείς τα μικρόψαρα θα διαπιστώσει πως εκεί είναι τα περισσότερα. Επίσης, έχει σημασία η κίνηση που κάνει το κοπάδι της καλόγριας όταν ο δύτης βουτάει. Αν δεν μετακινείται προς μία ή διαφορετικές κατευθύνσεις και διατηρεί την υπάρχουσα θέση του, τότε οι συνθήκες είναι τέλειες και υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό πιθανοτήτων η βουτιά να καταλήξει σε προσέγγιση και χτύπημα ενός ροφού, έξω από το θαλάμι του. Κι αν ακόμα αρέσει στον ψαροτουφεκά το υποβρύχιο κυνήγι μέσα στο θαλάμι, τότε θα ψάξει περισσότερες πέτρες σε αυτά τα κομμάτια.

Χωρίς ίχνος αυτοπροβολής και με «σκυμμένο κεφάλι» αναφέρω. Έχω χτυπήσει ροφούς με καρτέρι, με συρτό καρτέρι, αλλά και βραχομένους σε μεσαία βάθη, μόνο και μόνο γιατί έτυχε να περάσω από σημεία με ιδανικές συνθήκες. Η ύπαρξη μαυρόψαρων, όσο πιο μακριά φεύγουμε από την ηπειρωτική χώρα, είναι πιο σίγουρη και χαρίζει εικόνες του παρελθόντος.

Όλοι έχουμε πιάσει ροφό, και αν κάποιος ακόμα δεν τα έχει καταφέρει, αυτή είναι η καλύτερη εποχή για να γυρίσει στο σπίτι με το μεγάλο μαυρόψαρο. Θάλασσα, υπομονή, επίμονη, είναι το τρίπτυχο που θα χαρίσει την επιτυχία. Ίσως κάποτε να γινόταν πιο εύκολα και δεν υπάρχει αμφιβολία για κάτι τέτοιο. Όμως ας βάλει κανείς στο νου του πως κάποτε ναι είχε πιο πολλά ψάρια, αλλά οι δυνατότητες των ελεύθερων δυτών ήταν κατά πολύ μικρότερες, εκτός φυσικά λαμπρών εξαιρέσεων. Σήμερα οι ελεύθεροι δύτες που βγαίνουν από τα σχολεία ελεύθερης κατάδυσης, είναι πολύ πιο δυνατοί και πιο ενημερωμένοι. Ο πήχης πλέον στο βάθος κατάδυσης έχει «ανέβει» πολύ ψηλά. Φυσικό είναι και τα ψάρια να έχουν μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας.

Κι αν κάποιος νιώθει τόσο σίγουρος και δυνατός, έχει κάθε δικαίωμα να διαγράψει κάθε πληροφορία, κάθε τεχνική και κάθε φιλολογία για τον τρόπο ψαρέματος. Όμως αυτό που δεν διαγράφεται, είναι οι ώρες μέσα στο νερό που πρέπει αναγκαστικά να περάσει. Κι αυτό δεν είναι δικιά μου διαπίστωση, αλλά όλων όσων έφαγαν την μισή ζωή τους μέσα στο νερό. Σύγκρινε ιδέες, θεωρίες, και σχημάτισε το δικό σου σετ ιδεών και εξοπλισμού. Αν ψαρέψεις το φθινόπωρο είσαι κοντά, πολύ κοντά στο μεγάλο ροφό…

Το δεύτερο μισό του ταξιδιού

Βούτηξε κι ακολουθώντας μια νοητή διαγώνια πορεία προσγειώθηκε ήρεμα στο βυθό. Με μια πολύ αργή κίνηση γύρισε το κεφάλι του δεξιά. Δεν χρειάστηκε να κοιτάξει από την άλλη, διότι είδε το ροφό να κάθεται στον «αέρα», δίπλα σε μια μεγάλη πέτρα. Σύρθηκε με μια αριστοτεχνική κίνηση χωρίς να τρομάξει το ψάρι και έφτασε κοντά του. Σήκωσε το όπλο έτοιμος να πατήσει την σκανδάλη. Περίμενε το κλάσμα του δευτερολέπτου που το ψάρι θα δείξει στο ψαροτουφεκά από πια μεριά θα στρίψει. Τις περισσότερες φορές στρίβει από την μεριά που βρίσκεται η πέτρα. Αν δεν γυρίσει λίγο, δεν πατάει την σκανδάλη. Μπορεί το καμάκι να εξοστρακιστεί στο σκληρό κόκκαλο του κεφαλιού και να το χάσει. Ωστόσο, το ψάρι συνεχίζει να κάθεται ακίνητο στην ίδια ακριβώς θέση. Η άπνοια φτάνει σε οριακό σημείο. Πίεσε την σκανδάλη, ελευθερώνοντας το καμάκι… Τι σημασία έχει αν τελικά έπιασε το ψάρι ή όχι. Το σίγουρο είναι πως μετά από καιρό δεν θα θυμάται το θήραμα, αλλά τον τρόπο που το ζύγωσε. Τέλος, το μέγεθος του θηράματος ξεχνιέται, ποτέ όμως η τέλεια βουτιά και η αριστοτεχνική προσέγγιση. Κι αν ψαρεύει ακόμα με ψαχτήρι, τότε δεν θα ξεχάσει ποτέ το εξαντλητικό ξεβράχωμα…

Όταν πατήσεις τα πενήντα, αρχίζουν να μπαίνουν στο μυαλό σου διάφορες σκέψεις. Αισθάνεσαι πως το μέλλον στο ψαροτούφεκο, ίσως να είναι λιγότερο από το παρελθόν. Μοιάζει σαν να πλησιάζει το τέλος ενός ταξιδιού. Θυμάσαι περισσότερες εικόνες από ότι ελπίζεις να δεις, όσο αισιόδοξος κι αν είσαι. Κάτι τέτοιο είναι φυσιολογικό. Καθώς περνούν τα χρόνια, αλλάζει η οπτική γωνία που βλέπεις και αντιλαμβάνεσαι την ζωή μέσα και έξω από τον βυθό. Ωστόσο έχεις την βούληση να φτάσεις μέχρι το τέλος του ταξιδιού που ξεκίνησε πριν από πολλά χρόνια. Το ελπίζεις πνευματικά. Το επιδιώκεις με όλες τις ψυχικές και σωματικές δυνάμεις που διαθέτεις. Θα ήταν ευχής έργο να παραμείνεις υγιής. Για να βουτάς για πολύ καιρό ακόμη, θα πρέπει να σου το επιτρέπει τόσο η θάλασσα, όσο και ο μεγαλοδύναμος Θεός.

Τα χελιδόνια και οι ροφοί του φθινοπώρου, τα δύο πλάσματα της φύσης, βρέθηκαν στο «δρόμο» μου σαν να είχαν δώσει ραντεβού σε μια «άκρη» της γης, μα ποτέ δεν συναντήθηκαν. Εικόνες που έχουν μείνει στο νου μου, είναι έντονες, και αξέχαστες. Όσο για το αληθές του πράγματος, έχω την μαρτυρία ανθρώπων όπου είχαν δραστηριότητα σε συγκεκριμένα σημεία εκείνο το φθινόπωρο…

ΚατηγορίαΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
Print
Back To Top