Menu
  1. Αρχική
  2. ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ
  3. ΑΡΘΡΑ & ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
  4. ΤΕΧΝΙΚΕΣ
  5. ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ
  6. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
    1. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ - ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ
    2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΣ
    3. ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ / E-SHOP
  7. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ
  8. ΘΕΜΑΤΑ
  9. ΝΕΑ
  10. VIDEOS
Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου 2024

Περιοδικό Βυθός : Δραπανιώτης Λεωνίδας

Λεωνίδας Δραπανιώτης

Ο Δραπανιώτης Λεωνίδας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27-5-1968, από αθηναίο πατέρα και πειραιώτισσα μάνα. Άρχισε το ψαροτούφεκο στα νερά της Σκύρου το 1987. Λάτρεις του συρτού καρτεριού, αρέσκεται να ψαρεύει ακόμα και μέσα στην μεγάλη φουρτούνα. Στον χώρο του ειδικού τύπου, εμφανίζεται το 1998, μετά από παρότρυνση του Γιάννη Βλάχου, που τον βοήθησε στην ανάπτυξη του γραπτού λόγου, μετατρέποντας τις εμπειρίες ζωής σε κείμενο. Με λόγο λιτό κι αληθινό, μοιράστηκε τον θαλασσινό βίο του, με αρκετούς αναγνώστες, αποσπώντας κριτικές που τον ωθούσαν να συνεχίσει το γράψιμο. Έχουν εκδοθεί κείμενα του στο περιοδικό «Κατάδυση», και έπειτα στο περιοδικό «Θάλασσα».

Μεταπήδησε στο περιοδικό «ΒΥΘΟΣ» έως και σήμερα. Επίσης, συνεργάστηκε με εταιρίες καταδυτικού υλικού, που πιστοποιούνται μέσω δημοσιευμένων κειμένων, με πλήθος φωτογραφιών. Αντίκρισε ψαρεύοντας πολλούς βυθούς της Ελλάδος και ως ομορφότερο, πλουσιότερο, θυμάται τον βυθό της Σκύρου, που πέρασε και ένα μεγάλο διάστημα της ζωής του, κατοικώντας εκεί. Συνεχίζοντας μέχρι σήμερα, το υποβρύχιο ψάρεμα αποκλειστικά με τις σωματικές και ψυχικές δυνάμεις, χωρίς καμία μηχανική υποστήριξη, συνειδητοποιεί.

Αναζητώντας το θήραμα στον βυθό, παράλληλα εκτελεί και μια εξερεύνηση στον ψυχικό του κόσμο. Η θάλασσα «λειτουργεί» σαν «καθρέπτης». Ελεύθερος στο αιώνιο πέλαγος, απαλλαγμένος από κάθε είδος εγωισμού, βρίσκει την ευκαιρία να γνωρίσει άγνωστες πτυχές του εαυτού του...  


Το Ζύγισμα και η Πλευστότητα του όπλου.

Του Απόστολου Μπέκα

Το Ζύγισμα και η Πλευστότητα του όπλου.

Πρωταρχική ενέργεια και πρακτική πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε καταδυτική δραστηριότητα είναι η φροντίδα για την ρύθμιση της πλευστότητάς μας. Όταν όμως αυτή έχει να κάνει με το υποβρύχιο κυνήγι, τότε εξίσου σημαντικό είναι και το σωστό ζύγισμα του όπλου. Η ισορροπία στο νερό φυσική ή συναισθηματική, είναι το κλειδί για ένα θετικό αποτέλεσμα είτε αυτό γεμίζει την ψαροβελόνα μας, είτε την ψυχή μας.

Όμως ποιά είναι η σωστή πλευστότητα ενός όπλου; Πως πρέπει να είναι ζυγισμένο; Πως και κατά πόσο μπορούμε να επέμβουμε για να την διορθώσουμε;

Ερωτήματα που στα πρώτα βήματα της ψαροντουφεκάδικης πορείας μας, η αλήθεια είναι ότι δεν μας απασχολούν και τόσο πολύ. Και είναι φυσικό αφού οι προτεραιότητες σ’ αυτή τη φάση έχουν να κάνουν με τόσα αλλά πραγματα, που μας απασχολούν και με τα οποία θα πρέπει να εξοικειωθούμε.

Όμως λύνοντας ένα ένα τα κατά προτεραιότητα για μας προβλήματα, φτάνουμε να εντοπίσουμε ένα ακόμη πρόβλημα. Αυτό ενός για παράδειγμα του αζύγιστου όπλου.

Η κούραση που επιβάλει στο χέρι μας ένα όπλο με αρκετά αρνητική πλευστότητα δηλαδή όταν είναι βαρύ, συνήθως δεν γίνεται πάντα αντιληπτή εξ αρχής από έναν αρχάριο. Έτσι λοιπόν για πολλές πιθανές άστοχες βολές δεν βρίσκουν το αίτιό τους αμέσως. Το ίδιο βεβαια μπορεί να συμβεί και εάν το όπλο μας έχει αρκετά θετική πλευστότητα, είναι δηλαδή πολύ ελαφρύ. Αυτό συμβαίνει γιατί όλη αυτή την διάφορα της πλευστότητας σε σχέση με την ουδέτερη καλείται να την ισορροπεί συνεχώς, το δικό μας μυϊκό σύστημα. Το οποίο στην αρχή της εξόρμησης μας και όσο είναι ακόμη ξεκούραστο τα ψιλοκαταφέρνει με μικρές σχετικά απώλειες. Όταν όμως περνώντας η ώρα αρχίσει σταδιακά η κούραση να επιδρά στην μυϊκή ομάδα που εμπλέκεται στο κράτημα του όπλου, τότε μικροί ακούσιοι σπασμοί των μυών αυτών, που δεν γίνονται εύκολα αντιληπτοί, μπορεί να καταστρέψουν ακόμη και την φαινομενικά πιο σίγουρη βολή.

Η εμπειρία μας αλλά και ο σχολαστικός έλεγχος σε όλα τα σημεία του εξοπλισμού, μπορούν να σώσουν κυριολεκτικά μια εξόρμηση από την απογοήτευση μιας ακατανόητης αστοχίας ή ακόμη χειρότερα από ένα άδικα χτυπημένο και χαμένο θήραμα.

Ποιά όμως είναι η σωστή πλευστότητα ενός ψαροτούφεκου; Πως θα πρέπει να είναι ζυγισμένο ώστε να μην είναι αυτό η αιτία; Κατά την άποψή μου λοιπόν το ιδανικό ζύγισμα θα ήταν αν μόλις άφηνες από το χερι σου το όπλο, έμενε ακριβώς όπως το αφησες, με την λαβή κάτω, σε οριζόντια θέση και με μια ανεπαίσθητη τάση βύθισης. Όμως αυτό είναι πρακτικά αδύνατον να συμβεί, γιατί οι προϋποθέσεις είναι πολλές φορές ενάντια σε αλλά πιο σημαντικά ζητούμενα από το όπλο.

Και εξηγούμαι, εφ όσον το βάρος της βέργας μας θέτει το κέντρο βάρους του όπλου ψηλά, είναι φυσικό μόλις το αφήσουμε από το χέρι μας να γυρίσει αυτόματα ανάποδα, δηλαδή με την λαβή να κοιτάει την επιφάνεια. Μοναδική λύση σ’ αυτό το προβλημα ισορροπίας είναι ένα μεγάλου όγκου και θετικής πλευστότητας σώμα όπλου, το οποίο για να αντισταθμίσει και να υπερνικήσει το βάρος της βέργας που κουβαλάει στο πάνω του μέρος, να είναι ικανό με τον όγκο του να σηκώσει το ίδιο και μεγαλύτερο αντίβαρο στο κάτω του μέρος έτσι ώστε το κέντρο βάρους να μεραφερθεί χαμηλά. Αυτό όπως καταλαβαίνουμε, μεταφράζεται σε ένα πολύ ογκώδες και βαρύ όπλο, το οποίο ίσως να είναι χρηστικό στην κατηγορία των υπερ-υπερόπλων.

Ένα δεύτερο και πιο σημαντικό πρόβλημα ισοροπίας τίθεται για το αν θα πρέπει ένα όπλο να μένει οριζόντιο, μόλις το αφήσουμε από το χέρι μας, ασχέτως αν γυρίσει ανάποδα, δηλαδή με την λαβή προς την επιφάνεια.

Η αλήθεια είναι ότι θεωρητικά αυτό είναι το απόλυτο ζητούμενο ζύγισμα. Η απόλυτη δηλαδή ισοροπία κεφαλης - λαβής, η οποία εκτός της πρακτικής του θέματος, προσφέρει και προσθέτει μια αίσθηση ηρεμίας και ελέγχου, που αυξάνει με την σειρά της την αυτοπεποίθηση μας.

Αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι και τόσο δύσκολο να γίνει εφικτό, αρκεί να αφιερώσουμε λίγο χρόνο για έρευνα και λίγο πειραματισμό. Όμως ας μην είμαστε τόσο απόλυτοι σ ’αυτό το ζητούμενο, γιατί δεν είναι και το κυρίαρχο. Μάλιστα τις περισσότερες φορές έρχεται σε αντίθεση με άλλες απαιτήσεις που μπορεί να έχουμε από το ίδιο όπλο και που πολλές φορές έχουν προτεραιότητα. Γι αυτό και θα πρέπει να συγχωρούμε πολλές φορές τις μικρές ανισορροπίες μεταξύ κεφαλής και λαβής.

Αυτό που δεν πρέπει να συγχωρούμε σε καμία περίπτωση είναι οι μεγάλες ανισορροπίες που προέρχονται από κακή κατανομή βάρους ή συνολικά ότι έχει να κάνι με την ουδέτερη πλευστότητα.

Και επειδή αν δεν δώσουμε αριθμούς είμαστε ασαφείς, προτείνω:

1. Κανένα όπλο δεν θα πρέπει να έχει θετική πλευστότητα, δηλαδή να επιπλέει στο νερό. Για λόγους ασφαλείας και για να είναι πιο εύκολα εντοπίσιμο αν μας φύγει απ τα χέρια, αλλά και γιατί η σκόπευση με ελαφρύ όπλο έχει συνήθως απογοητευτικά αποτελέσματα.

2. Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ κεφαλής και λαβής, να μην υπερβαίνει μέσα στο νερό τα 10 με 20 γραμμάρια. Από κει και πάνω αρχίζει σιγά σιγά να δημιουργεί προβλήματα.

3. Για να έχουμε μια καλή αίσθηση συνολικής πλευστότητας οποιουδήποτε όπλου μέσα στο νερό, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει συνολικά τα 50 γραμμάρια αρνητικής πλευστότητας με μέσο τα 30 γραμμάρια και ιδανική πλευστότητα τα 5 με 10 γραμμάρια αρνητικής.

4. Και σημαντικότερο η τάση της κεφαλής κατά την σκόπευση θα πρέπει να είναι από ουδέτερη έως πολύ ελαφρά αρνητική, περίπου 5 με 10 γραμμάρια. Όσο αποκλείνει από αυτό το βάρος (βαρύτερη ή ελαφρύτερη ) τόσο αυξάνεται η προσπαθεια μας να την ισορροπήσει και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση της ακρίβειας σκόπευσης.

5. Ολα τα εξαρτήματα ενός όπλου μπορούν να μεταβάλουν κατ’ αναλογία την πλευστότητα του. Κυρίαρχα όμως είναι το σώμα του όπλου, η βέργα (μήκος - πάχος) και το μουλινέ. Στήνοντας λοιπόν ένα όπλο εκτός από την δύναμη, την ευθυβολία και το δραστικό βεληνεκές, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά θα πρέπει να ισσοροπούν μέσα στο νερό όπως περιγράψαμε πιο πάνω, με οπλισμένα λάστιχα και στο μέσο βάθος, που συνήθως το χρησιμοποιούμε.

Τηρώντας αυτούς τους απλούς αλλά βασικούς κανόνες ζύγισης ενός ψαροντούφεκου, όχι μόνο κάνουμε πιο αποτελεσματική την χρήση του, αλλά αφαιρούμε και ένα ακόμη πρόβλημα, το οποίο με την σειρά του αποροφούσε ενέργεια και κατά συνεπεια άπνοια από την κάθε μας βουτιά.

ΚατηγορίαΤΕΧΝΙΚΟ ΘΕΜΑ
Print
Back To Top