Menu
  1. Αρχική
  2. ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ
  3. ΑΡΘΡΑ & ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
  4. ΤΕΧΝΙΚΕΣ
  5. ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ
  6. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
    1. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ - ΔΙΑΝΟΜΕΙΣ
    2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΕΣ
    3. ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ / E-SHOP
  7. ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ
  8. ΘΕΜΑΤΑ
  9. ΝΕΑ
  10. VIDEOS
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου 2024

Περιοδικό Βυθός : Καμπάνης Νίκος

Νίκος Καμπάνης

Συνεργάτης στο «ΒΥΘΟ» από το 1994.

  • Αυτοδύτης 1* CMAS
  • Εκπαιδευτής Ε/Κ CMAS*
  • Βοηθός Εκπαιδευτή Ε/Κ AIDA (4)
  • Εκπαιδευτής Υ/Β Αλιείας* ΕΟΥΔΑ
  • Διεθνής Αλυτάρχης Y/B Αλιείας** CMAS
  • 16 συμμετοχές σε ατομικά Πανελλήνια Πρωταθλήματα Υ/Β Αλιείας
  • 2ος Πανελληνιονίκης Υ/Β Αλιείας 2007
  • 6 φορές πρωταθλητής Ελλάδος Υ/Α Ομαδικού αγωνίσματος
  • 9 φορές διεθνής με την Εθνική Ομάδα Υ/Β Αλιείας
  • Αρχηγός της εθνικής ομάδας Υ/Β Αλιείας 2001-2019 (εκτός των ετών 2015-2017)
  • Εκλέκτορας εθνικής ομάδας Υ/Β Αλιείας 2009-2014
  • Μέλος της Επιτροπής Υ/Β Αλιείας της CMAS
  • Πρόεδρος ΠΣΑΥΚ (2000 – 2006 και 2010 – 2015)
  • Πρόεδρος Διοργανωτικής Επιτροπής Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Υ/Β Αλιείας 2016

Ο Νίκος Καμπάνης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Ιουνίου του 1967. Το 1985 αποφοίτησε από τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και ξεκίνησε τις νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1990 και το 1991 ολοκλήρωσε επιτυχώς μεταπτυχιακές σπουδές στο ναυτικό δίκαιο στα πανεπιστήμια του Αμβούργου και του Λονδίνου (UCL). Σήμερα είναι εταίρος δικηγορικής εταιρείας στην Αθήνα, διορισμένος στον Άρειο Πάγο.
Από νωρίς στη ζωή του, το υποβρύχιο ψάρεμα έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο, όχι μόνο ψυχαγωγικό, αλλά και αθλητικό και κυρίως κοινωνικοπολιτικό. Όπως μαρτυρούν τα υποβρύχια διαπιστευτήριά του ασχολήθηκε ενεργά επί πολλά χρόνια με τα διοικητικά του αγωνιστικού ψαροτούφεκου στην Ελλάδα αλλά και στους διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους η χώρα συμμετέχει. Η προσφορά του στην ανάπτυξη της αγωνιστικής υποβρύχιας αλιείας είναι σήμερα διεθνώς αναγνωρισμένη.
Σαν νομικός, αφιέρωσε πολλές εργατοώρες για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και συμφερόντων των ερασιτεχνών υποβρύχιων αλιέων εντός της ελληνικής εσωτερικής έννομης τάξης.
Στην 26χρονη διαδρομή του ως συνεργάτης του περιοδικού «Βυθός», δημοσίευσε σε αυτό  101 άρθρα, συνεντεύξεις, σχόλια και περιγραφές αγώνων υ/β αλιείας.


Κέρκυρα – Απρίλης 2012. Δυστυχώς δεν είχε μπάφες…

Του Γιάννη Ρίγγα

Κέρκυρα – Απρίλης 2012. Δυστυχώς δεν είχε μπάφες…

Συνήθως με τον κουμπάρο μου τον Μάκη Βλάχο δεν πάμε τακτικά για ψάρεμα. Πάμε μόνο όταν είναι αργία, Κυριακή ή όταν έχει ρεπό, γιατί τις άλλες μέρες πάντα δουλεύει.

Την 1η Απριλίου 2012 η μέρα Κυριακή αποφασίσαμε να πάμε να ψαρέψουμε έχοντας στόχο τις μεγάλες μπάφες που αρέσουν τόσο πολύ στον Μάκη. Λατρεύει το ρηχό ψάρεμα και του αρέσει να κυνηγάει τις μπάφες και τα λαβράκια σαν τρελός. Ξέρουμε ότι στην Παλαιοκαστρίτσα σε ένα συγκεκριμένο σημείο τα ψάρια απαγγιάζουν και μιας και ο καιρός ήταν βολικός θα πηγαίναμε εκεί.

Ξεκινήσαμε από τα σπίτια μας στη Κάτω Κορακιάνα, τρία άτομα μαζί και με τον άλλο κουμπάρο Στέλιο Σγούρο. Κοτσάραμε το σκάφος και δρόμο για την γλίστρα στην Παλαιοκαστρίτσα.

Ο καιρός ήταν καλός με ένα μικρό κυματισμό που δεν πέρναγε τα τρία μποφόρ. Είχε κρύο αρκετό, γι’ αυτό άλλωστε το λόγο πήγαμε εκεί.

Το χειμώνα τα νερά από την δυτική πλευρά της Κέρκυρας δεν είναι τόσο παγωμένα όσο στην μέσα πλευρά, που πέφτουν τα νερά του Καλαμά από τα χιονισμένα βουνά και μιας και είναι ρηχά παγώνουν γρήγορα. Από την δυτική πλευρά που θα ψαρεύαμε ναι μεν το καλοκαίρι είναι κρύα, αλλά το χειμώνα είναι πιο καλά (13-14 βαθμοί) απ ότι από τη μέσα πλευρά (9-11 βαθμοί).

Όταν φτάσαμε στην Παλαιοκαστρίτσα, ρίξαμε αμέσως το σκάφος στο νερό και κινηθήκαμε προς την δεξιά πλευρά προς το Αγγελόκαστρο και ψαρέψαμε ακριβώς κάτω από το κάστρο. Στόχος μας όπως είπα ήταν οι μπαφές, αλλά δε βρήκαμε καμιά. Ψάχνοντας τον τόπο που είναι γεμάτος κατρακύλια, πήρα τον μικρό τρίκιλο ροφό. Το ψάρι ήταν σε ένα θαλάμι γύρω στα 15 μέτρα. Αυτό ήταν ένα γνωστό θαλάμι σε μένα, στο οποίο στο παρελθόν είχα ξαναπάρει ψάρια. Πήγα να το ψάξω δηλαδή, χωρίς να έχω δει κάποια κίνηση, απλά ήξερα το θαλάμι.

Δεν έχει ιδιαίτερη κινητικότητα το μέρος και ανεβήκαμε στη βάρκα. Αφού προσπεράσαμε το λιμάνι κινηθήκαμε προς Έρμονες.

Εκεί η ξηρά έχει ένα γκρεμό που καταλήγει μέσα στη θάλασσα. Είναι γεμάτο κατρακύλια και κρατάει και εκεί μπάφες. Αλλά και εκεί για μεγάλη απογοήτευση του Μάκη δε βρήκαμε ούτε μία. Σε μια ρηχή πέτρα κάνει ένα μπαλκόνι, σαν γεφύρι που στο σημείο αυτό κατά καιρούς έχω πάρει μαύρα ψάρια. Εκεί πήρα και το δεύτερο ροφό που ήταν γύρω στα 5 κιλά.

Σαν τρίτη επιλογή είχαμε μια παραλία που ελπίζαμε να βρούμε εκεί τις μπάφες, επειδή είναι ένας τόπος που συνηθίζουν και μαζεύονται τα ψάρια.

Εκεί στην ακτή υπάρχει ένας γκρεμός γύρω στα 100 μέτρα. Μετά δημιουργείται μία μικρή παραλία γύρω στα 10 μέτρα και μετά έχει βραχάκια, που έχουνε πέσει από την ξηρά. Κατρακύλια και πέτρες, είναι γενικά ρηχοτοπιά.

Εκτός από τις μπάφες είχα ακούσει εκεί ότι κρατάει και μεγάλα λαβράκια, αλλά ποτέ μου δεν είχα βρει. Πέφτω πρώτος να ψαρέψω. Ο Μάκης και ο Στέλιος είχανε μείνει στη βάρκα. Ο Μάκης κάτι παιδευόταν με το τηλέφωνο του και ο Στέλιος κοίταζε κάτι στη μηχανή. Ο Μάκης έδειχνε λίγο απογοητευμένος για το μέχρι τώρα ψάρεμα, μιας και ο στόχος όπως σας είπα ήταν οι μπάφες και όχι μόνο δεν είχαμε χτυπήσει καμιά αλλά δεν είχαμε δει ούτε ένα ψάρι.

Είναι λίγο αστείο να χτυπάμε ροφούς και να απογοητευόμαστε γιατί δε χτυπάμε μπάφες. Βέβαια η τρέλα του Μάκη με αυτό το ψάρι είναι γνωστή στην Κέρκυρα, γι’ αυτό και το παρατσούκλι του είναι Μπάφας.

Του φώναζα λοιπόν να έρθει, αλλά αυτός εκεί με το κινητό του. Απομακρύνθηκα γύρω στα 100 μέτρα από τη βάρκα και άρχισα τα καρτερία μέσα στην θολούρα. Φτάνω σε κάτι βραχάκια μέσα στην θολούρα όπως είπα, γιατί η άμμος εκεί είναι άσπρη και σηκώνεται ένα σύννεφο θολό και η νότια που φύσαγε μας μείωνε την ορατότητα. Εκτός από την θολούρα, αυτό το κούνημα της νοτιάς μου κούναγε ακόμα και το όπλο και με εμπόδιζε να σταθώ σωστά στα καρτερία.

Στο πρώτο καρτέρι που κάνω στα βραχάκια βλέπω μπροστά μου καμιά δεκαριά λαβράκια να κάνουνε παρέλαση μπροστά μου. Στοχεύω το μεγαλύτερο και το πετυχαίνω. Βγαίνω στην επιφάνεια και αρχίζω να φωνάζω στους άλλους δύο και ιδιαίτερα στο Μάκη, που δεν με άκουγε τι του φώναζα και απλώς μου κούναγε το χέρι του. Κρεμάω το λαβράκι στην ψαροβελόνα και κάνω δεύτερο καρτέρι. Εκεί μου λύνεται το λάστιχο από το ψαροντούφεκο και ουσιαστικά μένω χωρίς όπλο.

Ο τόπος είχε γεμίσει λαβράκια και εγώ δεν είχα όπλο. Βάζω το κεφάλι κάτω και κολυμπάω όσο πιο γρήγορα μπορώ προς τη βάρκα. Με το που με βλέπει ο Μάκης με το λαβράκι τρελαίνεται. Γιατί δε με φωνάζεις - Μα σε φώναζα αλλά εσύ εκεί με το κινητό. Εγώ ανέβηκα στη βάρκα και οι άλλοι δύο πέφτουν αμέσως στο νερό χτυπώντας από δυο λαβράκια ο καθένας.

Εκεί τελείωσε η ψάρια και στο τέλος μας άφησε μια νότα χαράς, μιας και ο στόχος όπως είπα δεν ήταν τα μαύρα ψάρια, αλλά οι μπάφες ή έστω τα λαβράκια. Βγάλαμε τις φωτογραφίες μας, ανεβάσαμε το φουσκωτό στο τρέιλερ και δρόμο για το σπίτι μας.

ΚατηγορίαΙΣΤΟΡΙΑ
Print
Back To Top